Το Πανηγύρι της Παναγιάς Γερακαριώτισσας

Το Πανηγύρι της Παναγιάς Γερακαριώτισσας

Πρωί πρωί τη Δευτέρα του Πάσχα όλοι οι χωριανοί, γριές και γέροι, νιοί και νιές, ξεκινάνε για τη Γερακαριώτισσα παρέες παρέες. Σαν πάει κανένας τη μέρα αυτή στο χωριό, θα βρεθεί μέσα σε μια απόλυτη σιωπή, μόνο κανένα ανήμπορο γέροντα θα συναντήσει. Είναι συγκινητικό να βλέπει κανένας τους Δορβιτσώτες με τι λαχτάρα ξεκινάνε για την Παναγιά. Ούτε οι δύσκολες καιρικές συνθήκες τους κρατούν. Όλοι πιστεύουν ότι πρέπει να πάνε ν’ ανάψουν ένα κεράκι στη χάρη της. Μολογάνε με θαυμασμό οι γερόντοι. Εδώ και κάμποσα χρόνια είχε ξημερώσει η γιορτή της Παναγίας με δυνατή βροχή. Όλοι όμως ξεκίνησαν μουσκεμένοι μέχρι το κόκαλο. Σαν έφτασαν στου Παπαδήμου τ’ αλώνι τα σύννεφα έφυγαν ξαφνικά κι ο λαμπρός ήλιος στέγνωσε τους μουσκεμένους Δορβιτσώτες. Η Παναγιά είχε κάνει το θαύμα της.

Οι δρόμοι την ημέρα εκείνη γεμίζουν ζαντραβέλια (γαϊδούρια) και αλογομούλαρα στολισμένα με φανταχτερές μπατανίες. Η πεζούρα που δεν είναι λίγη, σα μελισσολόι ξεχύνεται στο στενό δρομάκο που οδηγεί στην Παναγία της ρεματιάς. Η διαδρομή είναι μαγευτική μέσα στο πυκνό δάσος απ’ τις κουμαριές, τα δέντρα, τα φιλίκια, τα λαόξυλα, τις πουρνάρες, τα μελιούδια και τα άλλα δασικά φυτά.

Ήταν κοινοτάρχης ο Βαγγέλης Μανίκας σαν ανοίχτηκε ο μουλαρόδρομος απ’ τα δίστρατα μέχρι τη Γερακαριώτισσα που υπάρχει και σήμερα. Τελευταία που ανοίχτηκε αμαξιτός δρόμος απ’ τα Στρανωμίτικα Παλιάμπελα μέχρι κάτω απ’ τα΄ αλώνι της Μεσοράχης, πάλι Μανίκας ήταν ο κοινοτάρχης, ο Λευτέρης Μανίκας. Έτσι τώρα υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ότι γρήγορα το αμάξι θα φτάσει στην Παναγιά.

Φθάνοντας στη Γερακαριώτισσα όλοι μπαίνουν στην εκκλησία να προσκυνήσουν τη μεγάλη βυζαντινή εικόνα της Παναγίας με την προσωνυμία Γερακαριώτισσα, που φρόντισε για την φιλοτέχνησή της ο Σύλλογός μας. Κοντά στους χωριανούς είναι και πολλοί προσκυνητές απ’ τα γύρω χωριά, Στράνωμα, Αχλαδόκαστρο, Πλάτανο, κάτω Πλάτανο. Εκεί μετά τη Θεία Λειτουργία και τον ειδικό Παρακλητικό κανόνα, που συντάχθηκε με τη φροντίδα του Συλλόγου μας, κάθονται όλοι οι προσκυνητές για φαγητό στο προαύλιο της Εκκλησίας, το οποίο έχει χωρισθεί με πέτρες σε τόσα τμήματα (τραπέζια), όσα και τα σόγια. Οι ξενομερίτες κάθονται όλοι μαζί κατά χωριό. Ο Παπάς με το πετραχήλι του ανεβαίνει σε μια ογκώδη πέτρα (κοτρώνα) που αποτελεί ιδεώδη εξέδρα για την περίπτωση και βλογάει, ενώ όλα τα τραπέζια ψέλνουν το Χριστός Ανέστη. Στην διάρκεια του φαγητού λαβαίνουν χώρα τα <γιομάτα>, όμορφο και χαριτωμένο έθιμο. Τα γιομάτα είναι πικάντικοι μεζέδες, φρούτα και γλυκά, που τα τοποθετούν με περίσσια προσοχή σ’ ένα κλαδί δένδρου.

Όταν το κλαδί στολιστεί, μαζί μ’ ένα κανάτι κρασί γλυκόπιοτο, τα στέλνει ο γεροντότερος της πατριάς πεσκέσι σ’ άλλο τραπέζι με το νιότερο της πατριάς. Όταν φτάσει το γιομάτο στον προορισμό του, σηκώνεται απάνω ο παραλήπτης και ανταλλάσει ευχές με τον αποστολέα. Θάναι μεγάλη ντροπή να μην ανταποδοθεί το γιομάτο απ’ τον παραλήπτη, που στέλνει κι αυτός με το ίδιο παιδί το δικό του πεσκέσι στο φιλότιμο τραπέζι.

Συναγωνισμός γίνεται ποιος θα στολίσει το καλύτερο γιομάτο. Μερικές φορές για να γελάσουν μερικά σκαθάρια, πειραχτήρια, στολίζουν τα κλαδάκια με φλούδες, τσόφλια, κόκαλα και για κρασί νερό της βρύσης. Κανένας όμως δεν <κακιών’>. Όλοι γελάνε με την καρδιά τους.

Μετά αρχίζει το γλέντι, χορός και τραγούδι. Το απογιοματάκι ξεκινάνε όλοι για το χωριό, ενώ τα χαρούμενα τραγούδια αντιλαλούν στις ρεματιές.

Τα πρώτα χρόνια, μπροστά απ’ το 1930, μόλις έφθαναν απ’ τον παλιό το δρόμο στ’ αλώνι της Μεσοράχης σταματούσαν όλοι, ξεφόρτωναν τα ζα κι έπιαναν το χορό. Μετά καινούργιος χορός στου Παπαδήμου τ ’ αλώνι, το νεραϊδάλωνο. Σαν έγινε ο κάτω δρόμος, ο χορός γινόταν μόνο στο δεύτερο αλώνι. Αλλά τώρα ξεχάστηκε κι αυτό το έθιμο. Ύστερα ο χορός συνεχιζόταν στο χωριό.

Το πανηγύρι της Γερακαριώτισσας είναι κάτι το ξεχωριστό, είναι ένα προσκύνημα, μια μυσταγωγία, ένα αναβάπτισμα.